Ὁ Πελοπίδας βάδιζε πρὸς τὰ Φάρσαλα, ὅπου διέμειναν οἱ οἰκογένειες τῶν μισθοφόρων, ποὺ τὸν εἶχαν προδώσει στὴ Μακεδονία• πίστευε ὅτι τὸ ὄνομα τῶν Θηβῶν ἀρκοῦσε γιὰ προστασία. «Συναγαγὼν τῶν Θετταλῶν τινας ἦκεν εἰς Φάρσαλον»• ἀφοῦ συγκώντρωσε λίγους Θεσσαλοὺς ἀφίχθη στὰ Φάρσαλα. «Ἀρτίως δ’ αὐτοῦ παρεληλυθότος Ἀλέξανδρος ὁ τύραννος ἐπεφαίνετο μετὰ δυνάμεως»• μόλις δὲ ἔφθασε ἐμφανίσθηκε ὁ τύραννος Ἀλέξαδρος μὲ στρατό. «Καὶ νομίσαντες οἱ περὶ τὸν Πελοπίδαν ἀπολογησόμενον ἥκειν ἐβάδιζον αὐτοὶ πρὸς αὐτόν»• κι ἐπειδὴ πίστεψαν οἱ περὶ τὸν Πελοπίδα ὅτι ἔφθασε γιὰ νὰ ἀπολογηθεῖ, πῆγαν αὐτοὶ πρὸς τὸ μέρος του. «Ἐξώλη μὲν ὄντα καὶ μιαιφόνον εἰδότες»• γνώριζαν ὅτι ἦταν διεφθαρμένος καὶ μιαρός. «Διὰ δὲ τὰς Θήβας καὶ τὸ περὶ αὐτοὺς ἀξίωμα καὶ δόξαν οὐδὲν ἂν παθεῖν προσδοκήσαντες»• γιὰ τὴν δύναμη ὅμως τῶν Θηβῶν καὶ τὸ ἀξίωμα καὶ τὴν φήμη τῶν ἰδίων δὲν πίστευαν ὅτι θὰ πάθαιναν κάτι κακό.