Ὁ Ἐπαμεινώνδας εἶχε προκαλέσει τὴν ἐπανάσταση τῶν θεσσαλικῶν πόλεων κατὰ τοῦ τυράννου Ἀλεξάνδρου, ἀλλὰ εἶχε ἀποφύγει τὴν ἐπίθεση κατὰ τῶν Φερῶν, διότι φοβόταν τὴν ἐκδίκησή του κατὰ τοῦ φυλακισμένου Πελοπίδου• ἀκολουθοῦσε τακτικὴ φθορᾶς μέχρι τὴν ἀπελευθέρωσή του. Ὁ Ἀλέξανδρος, ὅταν διαπίστωσε ὅτι ἔχανε τὸν πόλεμο, ζήτησε τὴν σύναψη συνθήκης εἰρήνης μεταξύ των, «ὁ δὲ συνθέσθαι μὲν εἰρήνην καὶ φιλίαν πρὸς τοιοῦτον ἄνδρα Θηβαίοις οὐχ ὑπέμεινε»• ἀλλὰ ὁ Ἐπαμεινώνδας ἔκρινε ὅτι ἦταν ἀνάξιο γιὰ τοὺς Θηβαίους ἡ σύναψη εἰρήνης μὲ τέτοιο ἄνδρα. «Σπεισάμενος δὲ τριακονθημέρους σπονδὰς τοῦ πολέμου»• ἀφοῦ δὲ τοῦ παραχώρησε μόνο τριάκοντα ἡμερῶν ἀνακωχὴ στὸν πόλεμο. «Καὶ λαβὼν τὸν Πελοπίδαν καὶ τὸν Ἰσμηνίαν ἀνεχώρησεν»• κι ἀφοῦ παρέλαβε τὸν Πελοπίδα καὶ τὸν Ἰσμηνία ἀναχώρησε. Ὁ Ἐπαμεινώνδας ἦταν Πυθαγόρειος φιλόσοφος μὲ διδάσκαλο τὸν Ταραντῖνο Λύσιν, διάσημο φιλόσοφο τῆς ἐποχῆς• τὶς φιλοσοφικές του ἀρχὲς τὶς τηροῦσε πιστὰ κατὰ τὸν πόλεμο.