Ὁ Ἰσοκράτης εἶχε πλέξει τὸ ἐγκώμιον τῆς ἀθηναϊκῆς δημοκρατίας∙ ἀπέβλεψε στὴν ἀνάκτηση τῆς ῥώμης καὶ τῆς ἀκμῆς τῶν προγόνων τους. «Καὶ Περικλῆς ἐννέα μησὶ Σαμίους καταστρεψάμενος ἐφρόνει τοῦ Ἀγαμέμνονος μεῖζον ἔτι δεκάτῳ τὴν Τροίαν ἑλόντος»∙ καὶ ὁ Περικλῆς κατέστρεψε τὴν Σάμο μετὰ ἀπὸ ἐννέα μῆνες πολιορκία καὶ πίστευε ὅτι ἔκανε μεγαλύτερο ἐργο ἀπ’ τὸν Ἀγαμέμνονα ποὺ κατέλαβε τὴν Τροία σὲ δέκα ἔτη. «Ἰσοκράτης δὲ μικροῦ τρεῖς ὀλυμπιάδας ἀνήλωσεν, ἵνα γράψῃ τὸν πανηγυρικὸν λόγον»∙ καὶ ὁ Ἰσοκράτης κάπως λιγώτερο ἀπὸ τρεῖς ὀλυμπιάδες, δώδεκα χρόνια, χρειάσθηκε γιὰ νὰ γράψει τὸν πανηγυρικό του λόγο. «Οὐ στρατευσάμενος ἐν τούτοις τοῖς χρόνοις οὐδὲ πρεσβεύσας οὐδὲ πόλιν κτίσας οὐδὲ ναύαρχος ἐκπεμφθείς»∙ χωρὶς νὰ στρατευθεῖ αὐτὰ τὰ χρόνια, οὔτε νὰ ἀποσταλεῖ πρέσβυς οὔτε νὰ κτίσει πόλη οὔτε ναύαρχος νὰ ἐκλεγεῖ. «Καίτοι μυρίους τοῦ τότε χρόνου πολέμους ἐνέγκαντος»∙ καίτοι διεξήχθησαν μύριοι πόλεμοι αὐτοὺς τοὺς χρόνους.