Ὁ Ἰσοκράτης θαύμαζε ἔλεγε ὅσους συμμετεῖχαν στοὺς γυμνικοὺς ἀγῶνες καὶ στὶς πανηγύρεις, διότι διαμόρφωναν καλύτερα τὸ σῶμα τους καὶ τὶς ψυχές τους∙ παρέμειναν οἱ ἐκδηλώσεις αὐτὲς ὁλοζώντανες στὴν δημοτική μας παράδοση. «Ὧν εἰκὸς ἦν αὐτοὺς μᾶλλον ποιήσασθαι πρόνοιαν»∙ γιὰ τοὺς συμμετέχοντες στὶς πανηγύρεις, ἦταν συνήθεια μᾶλλον νὰ λαμβάνεται ἰδιαίτερη πρόνοια. «Τῶν μὲν γὰρ ἀθλητῶν δὶς τοσαύτην ῥώμην λαβόντων οὐδὲν ἂν πλέον γένοιτο τοῖς ἄλλοις»∙ διότι γιὰ τοὺς ἀθλητὲς δυὸ φορὲς ἂν ἔχουν τόση δύναμη δὲν χρειάζεται ἄλλη πλέον φροντίδα ἀπ’ τοὺς ἄλλους. «Ἑνὸς δὲ ἀνδρὸς εὖ φρονήσαντος ἅπαντες ἂν ἀπολαύσειαν οἱ βουλόμενοι κοινωνεῖν τῆς ἐκείνου δράσεως»∙ ἕνας δὲ μόνο ἄνδρας στὶς πανηγύρεις κι ἂν πράξει κάτι μὲ φρόνηση ὅλοι μᾶλλον θὰ τὸ ἀπολαύσουν ὅσοι ἐπιθυμοῦν νὰ συμμετέχουν στὴν δράση του. Ἡ συμμετοχὴ εἰς τὰ κοινά, ἡ εἰς τὸ μέσον τῶν πραγμάτων παρουσία, ἀποτελεῖ τὸν πυρῆνα τῆς δημοκρατίας.