Ἡ καταξίωση τῶν πανηγύρεων σὲ τελετὲς δραματικῶν ἀγώνων καὶ τῶν γυμνικῶν ἀγώνων ἀποδίδεται κατὰ τὸν Ἰσοκράτην στὴν ὁμόνοια καὶ στὴν ἀνάταση τῶν Ἑλλήνων μετὰ τὴν νίκη τους κατὰ τοὺς Μηδικοὺς πολέμους∙ ἦταν ἐντελῶς ἄλλοι ἄνθρωποι οἱ ἴδιοι, σὲ σύγκριση μὲ τοὺς προπολεμικοὺς ἑαυτούς τους. «Οὐκ ἀγνοῶν ὅτι πολλοὶ τῶν προσποιησαμένων εἶναι σοφιστῶν ἐπὶ τοῦτον τὸν λόγον ὥρμησαν»∙ καὶ δὲν ἀγνοῶ ὅτι πολλοὶ ἀπ’ τοὺ σοφιστὲς ἐπιχείρησαν νὰ κάνουν τὸ ἴδιο προηγουμένως. «Ἀλλ’ ἅμα μὲν ἐλπίζων τοσοῦτον διοίσειν ὥστε τοῖς ἄλλοις μηδὲν πώποτε δοκεῖν εἰρῆσθαι περὶ αὐτῶν»∙ ἀλλὰ ταυτοχρόνως ὅμως ἐλπίζω ὅτι τόσο θὰ διαφέρω ὥστε ἀπ’ τοὺς ἄλλους κανεὶς νὰ μὴν πιστέψει ὅτι μπορεῖ νὰ μιλήσει γι’ αὐτά. «Ἅμα δὲ προκρίνας τούτους καλλίστους εἶναι τῶν λόγων»∙ ἐπίσης ταυτοχρόνως ὑποστηρίζω ὅτι αὐτοὶ οἱ λόγοι εἶναι οἱ ἄριστοι. Εἶναι οἱ ἄριστοι διότι συντηροῦν στὴν ἄσκηση τῆς ἐλευθέρας πολιτικῆς πρακτικῆς.