Τὴν συνεισφορὰ τῶν ἑλληνικῶν πόλεων πρὸς τὰς Ἀθήνας, κατὰ τὴν πρώτη ἡγεμονία, ὅταν ἔπαψαν αὐτὲς νὰ μετέχουν μὲ στρατὸ καὶ τὴν προσέφεραν σὲ ἄλλα εἴδη, θυμίζει ὁ Ἰσοκράτης∙ ἡ συνεισφορὰ συνεχίσθηκε καὶ στὴν δεύτερη ἡγεμονία, ἀλλὰ σὲ μικρότερο βαθμό. «Αἱ μὲν γὰρ πλεῖσται τῶν πόλεων ὑπόμνημα τῆς παλαιᾶς εὐεργεσίας ἀπαρχὰς τοῦ σίτου καθ’ ἕκαστον τὸν ἐνιαυτὸν ὡς ἡμᾶς ἀποπέμπουσι»∙ διότι καὶ τώρα οἱ περισσότερες πόλεις ὡς ἀνάμνηση τὴς παλαιᾶς εὐεργεσίας πρὸς ὅλες τους τὴν πρώτη συγκομιδὴ τοῦ σίτου κάθε χρόνο ἀποστέλλουν πρὸς ἐμᾶς. «Ταῖς δ’ ἐκλειπούσαις πολλάκις ἡ Πυθία προσέταξεν ἀποφέρειν τὰ μέρη τῶν καρπῶν καὶ ποιεῖν πρὸς τὴν πόλιν τὴν ἡμετέραν τὰ πάτρια»∙ σὲ ὅσες δὲ τὸ παρέλειπαν πολλὲς φορὲς ἡ Πυθία ἔδωσε ἐντολὴ νὰ ἀποδίδουν τὰ μέρη τῶν καρπῶν τους καὶ νὰ τηροῦν τὶς παραδοσιακὲς ὑποχρεώσεις πρὸς τὴν πόλη. Ἦταν ἀνάμνηση τῆς ἐκδιώξεως τῶν Περσῶν.