Οἱ θεσμοὶ τῆς ἀμέσου δημοκρατίας ἐξασφάλιζαν τὴν εὐπρεπῆ διαβίωση ὅλων, καὶ τῶν εὐπόρων καὶ τῶν ἀπόρων, χωρὶς οὐσιαστικὴ διάκριση μεταξύ τους∙ εἶχαν τὴν ἄνεση ἀμφότεροι καὶ τῆς ἱκανῆς ζωῆς οἱ ἔχοντες καὶ οἱ δυστυχούντες νὰ βρίσκουν τὴν ἀσφάλεια καὶ τὴν θαλπωρὴ τῆς πόλεως. «Καὶ μήτε τοῖς εὐδαιμονοῦσι μήτε τοῖς δυστυχοῦσιν ἐν ταῖς αὐτῶν ἀχρήστως ἔχειν»∙ καὶ οὔτε οἱ εὐδαιμονοῦντες οὔτε οἱ δυστυχοῦντες στὴν καθημερινότητά τους νὰ αἰσθάνονται ὅτι ἐνοχλοῦν τὴν κοινωνία. «Ἀλλ’ ἑκατέροις αὐτῶν εἶναι παρ’ ἡμῖν»∙ ἀλλὰ καὶ οἱ δύο κατηγορίες νὰ ἐντάσσονται στὴν ζωή μας. «Τοῖς μὲν ἡδίστας διατριβάς, τοῖς δὲ ἀσφαλεστάτην καταφυγήν»∙ γιὰ τοὺς μὲν νὰ ἔχουν τὶς καλύτερες συνθῆκες ζωῆς, γιὰ τοὺς δὲ ἀσφάλεια στὴν διαβίωσή τους. Ὑπῆρχε σύστημα κοινωνικῆς διασφαλίσεως, ὅπως μὲ τὰ ἔργα τῆς Ἀκροπόλεως, τὰ ὁποῖα ἐκόσμησαν τὰς Ἀθήνας καὶ πρόβαλαν τὸν ἑλληνικὸ πολιτισμό, ἀλλὰ ἐξασφάλισαν καὶ ἱκανοποιητικὸ εἰσόδημα.