Σπεισαμένους πρὸς ἀλλήλους

Τὰς κοινὰς πανηγύρεις καὶ ἑορτὰς τιμοῦσαν πάντοτε οἱ Ἑλληνες καὶ τὶς θεωροῦσαν ὡς ἀφορμὴ γιὰ τὴν συνδιαλλαγή τους ἀπ’ τὶς μεταξύ τους διαφορὲς ἢ καὶ τὶς πολεμικὲς συρράξεις∙ τιμοῦσαν πάντοτε τὴν ἱερὰ ἐκεχειρία πρὸς τιμὴν τῶν Ὀλυμπιακῶν ἀγώνων καὶ ἄλλων πανελληνίων τελετῶν. «Τῶν τοίνυν τὰς πανηγύρεις καταστησάντων δικαίως ἐπαινουμένων ὅτι τοιοῦτον ἔθος ἡμῖν παρέδοσαν»∙ καὶ τὰς γνωστὰς πανηγύρεις καθιέρωσαν δικαίως καὶ πρὸς ἔπαινόν μας τὰς μετέτρεψαν σὲ ἔθος μας. «Ὥστε σπεισαμένους πρὸς ἀλλήλους καὶ τὰς ἔχθρας τὰς ἐνεστηκυίας διαλυσαμένους συνελθεῖν εἰς ταὐτόν»∙ ὥστε νὰ συνάπτουμε σπονδὲς ἐκεχειρίας μεταξύ μας καὶ τὶς τρέχουσες ἔχθρες νὰ παρακάμπτουμε καὶ νὰ συνερχώμαστε ὅλοι μαζὶ στὸ ἴδιο μέρος. Οἱ μεγάλες ἑορτὲς καὶ πανηγύρεις ἀποτελοῦσαν τὸν συνδετικὸ κρίκο τοῦ ἑλληνικοῦ ἔθνους καὶ συμπλήρωναν τὴν κοινή τους θρησκεία καὶ γλῶσσα∙ ἡ αἴσθηση τῆς ἑνότητος ἦταν τὸ νάμα ἀπ’ τὸ ὁποῖο ἀντλοῦσαν ὅλοι οἱ Ἕλληνες.