Ὁ πολιτικὸς διάλογος ἀρχίζει, ἀλλὰ μὲ ὀξύτατη διακομματικὴ ἔνταση καὶ χειρότερες ἐνδοσυριζαϊκὲς συγκρούσεις∙ ὁ ἀντιπερισπασμὸς ἀπ’ τὴν οἰκονομικὴ καὶ κοινωνικὴ ἐξαθλίωση δὲν ἐπιτυγχάνεται, καθὼς καὶ οἱ γκαιμπελικῆς μορφῆς ἐπιδόσεις κάποιων ὑπουργῶν ἔχουν ἐξαγριώσει καὶ τοὺς κομματικούς. Οἱ δυνατότητες προσεγγίσεως στὸν ἐκλογικὸ νόμο εἶναι ἐλάχιστες, διότι δὲν συγκεντρώνεται ὁ μαγικὸς ἀριθμὸς τῶν διακοσίων βουλευτῶν, ἐνῶ δείχνει στὸν λαὸ τὴν πολιτικὴ γύμνια τοῦ Ναπολεοντίσκου, νὰ προσέρχεται γονυπετὴς στοὺς ἄλλους ἀρχηγούς, τοὺς ὁποίους λίγες βδομἀδες πρὶν λοιδοροῦσε∙ ἡ πολιτικὴ ἀπαξίωσή του εἶναι ἐντονώτερη στὶς ὀργανωμένες ὁμάδες τοῦ κόμματος, μὲ πρώτη ἐκείνη τῶν 53. Αὐτοὶ ἔχουν ἐγκλωβισθεῖ στὴν ἐξουσία, βροντοφωνάζουν δημοσίᾳ, ἀλλὰ διατηροῦν μᾶλλον ἀνέπαφες τὶς διασυνδέσεις τους μὲ τὸ παρακράτος, ὁπότε μόνο ἔτσι ἐξηγεῖται ἡ ἀλλαγὴ τῶν δρομολογίων, τρόλεϋ καὶ λεωφορείων, μπροστὰ ἀπ’ τὸ Πολυτεχνεῖο∙ ὑφίστανται ὅμως τὸν προπηλακισμὸ τοῦ κόσμου, ὅπου κι ἂν ἐμφανίζονται, γιὰ πρώτη τους φορά, καταγγέλλουν.