Ὁ Ἰσοκράτης προσεγγίζει μὲ δέος τοὺς Μηδικοὺς πολέμους, διότι εἶχαν ἥδη γραφεῖ πολλὰ πρὶν ἀπ’ αὐτὸν καὶ οἱ Ἕλληνες γνώριζαν ἀρκετὰ καλὰ τὴν ἱστορία τους∙ ἐπὶ πλέον εἶχε μεσολαβήσει ὁ Πελοποννησιακὸς πόλεμος, ὁ χειρότερος στὴν ἱστορία τους, καὶ εἶχε ἀλλάξει ἄρδην τὴν ψυχολογία τους καὶ τὶς μεταξύ τους σχέσεις. «Καίτοι μ’ οὐ λέληθεν ὅτι χαλεπόν ἐστιν ὕστατον ἐπελθόντα λέγειν περὶ πραγμάτων πάλαι προακατειλημμένων»∙ καίτοι δὲν ἔχω ξεχάσει ὅτι εἶναι πολὺ δύσκολο νὰ ἔρχομαι τελευταῖος καὶ νὰ ὁμιλῶ γιὰ πράγματα παλαιὰ καὶ μὲ προκατειλημμένες τὶς ἑρμηνεῖες τους. «Καὶ περὶ ὧν οἱ μάλιστα δυνηθέντες τῶν πολιτῶν εἰπεῖν ἐπὶ τοῖς δημοσίᾳ θαπτομένοις πολλάκις εἰρήκασιν»∙ καὶ γιὰ τὰ ὁποῖα οἱ πιὸ ἱκανοὶ ἀπ’ τοὺς πολῖτες ἔχουν ὁμιλήσει κατὰ τοὺς ἐπιταφίους τῶν νεκρῶν ὑπὲρ τῆς πόλεως κατὰ τὴν δημόσια ταφή τους. Ἀναφέρονταν οἱ περισσότεροι στοὺς Μηδικοὺς πολέμους, ὡς ἀφετηρία τῆς ἱστορίας τους.