Ὁ «Πανηγυρικὸς» τοῦ Ἰσοκράτους θεωρεῖται τὸ ἐγκώμιο τῆς ἀθηναϊκῆς δημοκρατίας καὶ τῆς χρυσῆς ἐποχῆς τοῦ ἑλληνικοῦ πολιτισμοῦ∙ ἐγράφη τὸ 380 π.Χ., ὅταν ἀφιέρωσε στὴν συγγραφή του μία δεκαετία. «Πολλάκις ἐθαύμασα τῶν τὰς πανηγύρεις συναγαγόντων καὶ τοὺς γυμνικοὺς ἀγῶνας καταστηστάντων»∙ πολλὲς φορὲς ἐθαύμασα ὅσους συγκεντρώνονταν στὶς πανηγύρεις καὶ ὅσους καθιερώσανε τοὺς γυμνικοὺς ἀγῶνες. «Ὅτι τὰς μὲν τῶν σωμάτων εὐτυχίας οὕτω μεγάλων δωρεῶν ἠξίωσαν»∙ διότι οἱ μὲν γυμνικοὶ ἀγῶνες χάρις τὴν εὐρωστία τῶν σωμάτων ἀξιώθηκαν μεγάλων δωρεῶν. «Τοῖς δ’ ὑπὲρ τῶν κοινῶν ἰδίᾳ πονήμασι καὶ τὰς ἑαυτῶν ψυχὰς οὕτω παρασκευάσασιν»∙ στὶς πανηγύρεις δὲ μὲ προσωπική τους συμβολὴ ἀφιερώθηκαν ὑπὲρ τῶν κοινῶν καὶ τὶς ψυχές τους προετοίμασαν καταλλήλως. «Ὥστε καὶ τοὺς ἄλλους ὠφελεῖν δύνασθαι , τούτοις δὲ οὐδεμίαν τιμὴν δύνασθαι»∙ ὥστε καὶ τοὺς ἄλλους ἠδύναντο ὠφελεῖν, ἐνῶ γιὰ τοὺς ἑαυτούς του δὲν διεκδίκησαν καμμία τιμή. Ἡ προσφορὰ ἑκάστου μετροῦσε.