Ἡ ἀδυναμία ἐλέγχου τοῦ κόμματός του ἀποβαίνει τὸ χειρότερο πρόβλημα γιὰ τὸν Ναπολεοντίσκο∙ οἱ ἀντιφατικὲς δηλώσεις πολλῶν ὑπουργῶν του ἐξεπέμφθησαν ἀρχικὰ μὲν ὑπὸ τὴν καθοδήγησή του, ἀλλὰ ἐξελίσσονται σὲ ἀνεξέλεγκτες καταστάσεις, ὅπως γιὰ τὸν ΟΛΠ καὶ τὸ Ἑλληνικὸ ἢ τὴν ἀναθεώρηση τοῦ Συντάγματος. Οἱ περισσότεροι διαφωνοῦντες, ὑπουργοὶ καὶ βουλευτές, κινοῦνται ἀπὸ προσωπικὰ κριτήρια, γιὰ τὴν πολιτική τους ἐπιβίωση -ἐπειδὴ ἀπευθύνονται στὰ τρωκτικὰ τοῦ δημοσίου ποὺ εἶναι τὰ μόνα ἀκόμη πιστὰ στελέχη στὸν ΣΥΡΙΖΑ-, ἢ γιατὶ ἐξυπηρετοῦν ἄλλα συμφέροντα, εἴτε ἀτλαντικῶν κερδοσκόπων, εἴτε παρακρατικῶν μηχανισμῶν εἴτε ἀμφοτέρων∙ μεταξύ τους δὲν ὑπάρχει καμμία σύγκλιση οὔτε κοινὴ βάση, ἀφοῦ κάθε συνεκτικὸς κομματικὸς κρίκος ἔχει σπάσει. Οἱ φυγόκεντρες δυνάμεις ἀμφισβητοῦν εὐθέως τὸν πρωθυπουργό, ποὺ ἀποφεύγει καὶ τὶς συσκέψεις στὴν Κουμουνδούρου, καὶ τὸν ἐξωθοῦν στὴν λήψη ἀποφάσεων ὅσο δὲν ἔχουν παγιωθεῖ ἀκόμη καὶ δὲν ἔχουν ἐμπεδωθεῖ στὰ εὐρύτερα στρώματα τῶν ψηφοφόρων του.