Ἡ σωτηρία ἀπ’ τοὺς Ἀθηναίους τῶν Ἡρακλειδῶν, μὲ τὴν αὐτοθυσία τῆς κόρης τοῦ ἥρωος Μακαρίας, κατὰ τῆς στρατειᾶς τοῦ Εὐρυσθέους, θεωρήθηκε ὡς εὐχὴ πρὸς τὴν πόλη τῆς Ἀθηνᾶς∙ οἱ Ἡρακλεῖδες, κατὰ τὴν κάθοδο τῶν Δωριέων ἕναν αἰῶνα περίπου μετά, σεβάσθηκαν τὴν Ἀττικὴ καὶ δὲν τὴν πείραξαν καθόλου. «Ὧν ἐχρῆν ἐκείνους μεμνημένους μηδέποτ’ εἰς τὴν χώραν ταύτην εἰσβαλεῖν»∙ ἐπειδὴ θυμόντουσαν τὶς εὐεργεσίες τῶν Ἀθηναίων οὐδέποτε εἰσέβαλαν σὲ αὐτὴν τὴν χώρα. «Ἐξ ἧς ὁρμηθέντες τοσαύτην εὐδαιμονίαν κατεκτήσαντο»∙ ἀπ’ τὴν ὁποία ὅρμησαν καὶ κατέκτησαν τέτοιαν εὐδαιμονία. «Μήδ’ εἰς κινδύνους καθιστάναι τὴν πόλιν τὴν ὑπὲρ τῶν παίδων τῶν Ἡρακλέους προκινδυνεύσασαν»∙ καὶ δὲν τὴν ἔβαλαν σὲ περιττοὺς κινδύνους τὴν πόλη ἡ ὁποία ἔθεσε τὸν ἑαυτό της σὲ κίνδυνο ὑπὲρ τῶν παίδων τοῦ Ἡρακλέους. Ἡ μυθολογία καθιστοῦσε ἀρκετὰ εὐαίσθητη τὴν ζωὴ τῶν Ἑλλήνων, διότι ἀπ’ αὐτὴν ἀντλοῦσαν τὰ ἤθη καὶ τὰ ἔθιμά τους.