Ὁ τρισέγγονος τοῦ Ἡρακλέους Ἀριστόδημος, μὲ τοὺς Δωριεῖς, ἐπιχείρησαν τὴν τρίτη εἰσβολὴ στὴν Πελοπόννησο καὶ ἐπέτυχαν τὴν ἅλωση τοῦ Ἄργους, τῆς Λακεδαίμονος καὶ τῆς Μεσσηνίας καὶ ἐπέβαλαν τὴν κληρονομικὴ βασιλεία στὴν Σπάρτη∙ οἱ Ἡρακλεῖδες σεβάστηκαν τὴν Ἀττική, διότι οἱ Ἀθηναῖοι εἶχαν προστατεύσει τοὺς προγόνους τους ἀπ’ τὸν Εὐρυσθέα. «Μηδὲ τοῖς μὲν ἀπ’ ἐκείνου γεγονόσι διδόναι τὴν βασιλείαν»∙ καὶ ἐδέχθησαν μόνο εἰς τοὺς ἀπογόνους του νὰ δίδουν τὴν βασιλεία. «Τὴν δὲ τῷ γένει τῆς σωτηρίας αἰτίαν οὖσαν δουλεύειν αὑτοῖς ἀξιοῦν»∙ καὶ λόγῳ τοῦ γένους τους ἀξιοῦσαν ἀπ’ αὐτοὺς νὰ ἐργάζονται γιὰ τὴν σωτηρία τους. Ὁ Ἀριστόδημος εἶχε δίδυμα ἀγόρια, τὸν Εὐρυσθένη καὶ τὸν Πρόκλο ἀπ’ τὴν σύζυγό του Ἀργείη κι ἤθελαν οἱ Σπαρτιᾶτες νὰ ἀνακηρύξουν τὸν μεγαλύτερο βασιλέα, κατὰ τὸν χρησμὸ τῆς Πυθίας, ἀλλὰ αὐτὴ δὲν ἔλεγε ποιὸς ἦταν πρῶτος∙ ἔτσι ἐδέχθησαν τὴν διπλῆ βασιλεία τους.