Ἀποχώρηση τοῦ Παρεισάκτου

Ὁ Παρείσακτος ἀποχωρεῖ καὶ μᾶς ἐπέκρινε ὅλους, διότι δὲν δεχθήκαμε νὰ μᾶς σώσει ἀπ’ ὅλα τὰ κακά∙ ἡ μία πανωλεθρία τοῦ Ναπολεοντίσκου συμπληρώνει τὴν ἄλλη∙ δὲν τολμάει νὰ σκεφθεῖ κάτι -ἂν σκέπτεται πάντως- ἢ νὰ τὸ ἐξαγγείλλει κι ἀμέσως ἀποβαίνει εἰς βάρος του. Συμβαίνει αὐτὸ στοὺς πολιτικούς, ὅταν ἔλθει τὸ πλήρωμα τοῦ χρόνου καὶ διαπιστώσει ὁ λαὸς τὸν ἐμπαιγμό του ἀπ’ τὰ ψέμματά τους καὶ τὴν ἐνδοτικὴ πολιτική τους στὰ ἐθνικὰ θέματα∙ ἀλλὰ ἀπαιτεῖ, «ἀρετὴν καὶ τόλμην ἡ ἐλευθερία», κατὰ τὸν ποιητὴ καὶ ὁ πρωθυπουργὸς δὲν ἔχει οὔτε κἂν μυρουδία αὐτῶν τῶν ἀγαθῶν. Εἶναι καταδικασμένος νὰ πάει ἄγραφτος, «σὰν τὸ σκυλὶ στ’ ἀμπέλι», λέει ἡ παροιμία.