Οἱ Θηβαῖοι ἔδιωχναν τοὺς μισθοφόρους τοῦ Ἀλεξάνδρου ἀπ’ τοὺς λόφους εἰς τὰς Κυνὸς κεφαλάς, κερδίζοντας ἔτσι τὴν μάχη• ὁ Πελοπίδας ἀπ’ ψηλὰ κοίταζε τὰ στρατεύματα κι ἔψαχνε ἐπειμόνως τὸν τύραννο. «Ὡς δ’ εἶδεν ἐπὶ τοῦ δεξιοῦ παραθαρρύνοντα καὶ συντάττοντα τοὺς μισθοφόρους»• μόλις τὸν διέκρινε πρὸς τὰ δεξιὰ παροτρύνοντα καὶ ἀνασυντάσσοντα τοὺς μισθοφόρους. «Οὐ κατέσχε τῷ λογισμῷ τὴν ὀργήν»• δὲν συγκράτησε ἡ λογική του τὴν ὀργή. «Ἀλλὰ πρὸς τὴν βλέψιν ἀναφλεχθεὶς καὶ τῷ θυμῷ παραδοὺς τὸ σῶμα»• ἀλλὰ ξαναμμένος ἀπ’ τὸ πρόσωπο καὶ παραδώσας στὸν θυμὸ τὸ σῶμα του. «Καὶ τὴν ἡγεμονίαν τῆς πράξεως πολὺ πρὸ τῶν ἄλλων ἐξαλόμενος ἐφέρετο καὶ προκαλούμενος τὸν τύραννον»• καὶ τὴν κυριαρχία τῆς πράξεώς του πολὺ πιὸ μπροστὰ ἀπ’ τοὺς ἄλλους ἔτρεξε καὶ παρουσιάσθηκε προκαλῶν τὸν τύραννο. «Ἐκεῖνος μὲν οὖν οὐκ ἐδέξατο τὴν ὁρμὴ οὐδ’ ὑπέμεινεν»• ἐκεῖνος δὲν δέχθηκε τὴν πρόκληση, οὔτε ὑπέμεινε.